Παρασκευή 12 Μαΐου 2017

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ & ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ



Σύμφωνα με έρευνες που έγιναν, η επανάληψη προτάσεων αξιολογεί την γραμματική δυσκολία.
Η Menyuk (1963) βρήκε ότι όταν παιδιά προσχολικής ηλικίας μιμούνταν
προτάσεις, η επίδοσή τους εξαρτιόταν από την ικανότητά τους να χρησιμοποιούν
γραμματικούς κανόνες ανεξάρτητα από το μήκος της πρότασης (όπως αναφέρεται από Κωτσοπούλου, 1997).
Οι Slobin & Welsh (1973) βρήκαν ότι ο αριθμός των λέξεων στις προτάσεις
κατά την επανάληψη δεν ήταν τόσο σημαντικός όσο η γραμματική πολυπλοκότητα της πρότασης. Επιπλέον, παρατήρησαν ότι το νόημα της πρότασης, συνήθως, διατηρούταν και η πρόταση φιλτραριζόταν από το γλωσσικό σύστημα παραγωγής του παιδιού πριν αναπαραχθεί (όπως αναφέρεται από Κωτσοπούλου, 1997).
Οι Flynn &Fo ley (1996) τονίζουν τη σημαντικότητα της επανάληψης
προτάσεων ως μια ερευνητική μέθοδο στην αξιολόγηση της σύνταξης των παιδιών.
Υποστηρίζουν ότι η επανάληψη προτάσεων επιτρέπει στον ερευνητή να εστιάσει σε συγκεκριμένους συντακτικούς παράγοντες (όπως αναφέρεται από Κωτσοπούλου, 1997).
Άλλες μελέτες αποδοκιμάζουν την αποτελεσματικότητα της επανάληψης
προτάσεων στη διάγνωση της γραμματικής δυσκολίας. Θεωρούν ότι, για να είναι  έγκυρα τα αποτελέσματα του τεστ «επανάληψη προτάσεων», θα πρέπει να
εξετάζονται προσεκτικά και να επαληθεύονται και με άλλες μεθόδους αξιολόγησης.
Υποστηρίζουν επίσης, ότι στην επανάληψη προτάσεων, οι προτάσεις δεν είναι αυθόρμητες, όπως συμβαίνει κατά τον αυθόρμητο λόγο και πολλές φορές,
περιλαμβάνουν λέξεις άγνωστες στο παιδί.
Ο McDade (1982) μελέτησε τη σχέση μεταξύ επανάληψης προτάσεων, της μνημονικής  κατανόησης και της αυθόρμητης ομιλίας. Στα αποτελέσματά του
διαπιστώθηκε ότι η ικανότητα του ατόμου να επαναλάβει μια πρόταση ήταν σαφώς καλύτερη αμέσως μετά την εκφορά της πρότασης από τον εξεταστή. Πιο
συγκεκριμένα, στην άμεση επανάληψη των προτάσεων, το παιδί θυμάται τις
προτάσεις αυτολεξεί. Αντιθέτως, μετά από καθυστέρηση 3 δευτερολέπτων, η
απόδοση αντανακλά το πραγματικό επίπεδο της γραμματικής του ικανότητας, αφού θα πρέπει να επεξεργαστεί την πρόταση και να την ανακαλέσει.
Επομένως, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι κατά την ερμηνεία των αποτελεσμάτων των τεστ, η επίδοση του παιδιού θα παρουσιάζεται αυξημένη εξαιτίας της συγκράτησης των πληροφοριών στη βραχύχρονη μνήμη, χωρίς περαιτέρω επεξεργασία από την ενεργό μνήμη (όπως αναφέρεται από Κωτσοπούλου, 1997).
Άλλες μελέτες που δείχνουν τη σχέση επανάληψης προτάσεων και
μαθησιακών διαταραχών είναι του Catts (1989).
Σύμφωνα με τον Catts (1989), η σχέση ανάμεσα στην επανάληψη προτάσεων και στην ανάγνωση οφείλεται ίσως στη μερική επικάλυψη των διαδικασιών μεταξύ των δύο αυτών εγκεφαλικών λειτουργιών.
Άλλες σχετικές έρευνες είναι του Hulme, 1988, του Hulme & Mackenzie, 1992,
Wagnet et al, 1993; Swanson, 1994.
Η σχέση ανάμεσα στην επανάληψη προτάσεων και στην κατανόηση κειμένου
έχει εξεταστεί ελάχιστα (Daneman & Carpenter, 1980; Leather & Henry, 1994).



Μαρία Γκουγκούμη - Ειδική Παιδαγωγός www.pyxidagnwsis.gr
Αργυρώ Καραμπά - Θεραπεύτρια Λόγου & Ομιλίας www.γραφωνηματα.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου